Γραφείο Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα

Γραφείο Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα

ΠΑΡΑΠΟΝΟ: Εγκατάσταση Καμερών (ΚΚΒΠ) σε γραφεία Τράπεζας


Παράπονο αναφορικά με την εγκατάσταση Καμερών (ΚΚΒΠ) σε γραφεία Τράπεζας

ΑΠΟΦΑΣΗ


Τον Ιούλιο του 2010 η Ένωση Τραπεζικών Υπαλλήλων Κύπρου υπέβαλε παράπονο σχετικά με την εγκατάσταση και λειτουργία Κλειστού Κυκλώματος Βίντεο-παρακολούθησης σε γραφεία Τράπεζας, το οποίο λάμβανε εικόνες των εργαζομένων επί μονίμου βάσεως.

Μέσα στα πλαίσια διερεύνησης του παραπόνου κρίθηκε απαραίτητη η διενέργεια επιτόπιου ελέγχου με σκοπό να έχουμε ιδίαν αντίληψη για το τι ακριβώς κατέγραφαν οι κάμερες και να ενημερωθούμε για τον τρόπο λειτουργίας τους. Κατά τον έλεγχο διαπιστώσαμε ότι η συνεχής παρακολούθηση των υπαλλήλων μέσω των πέντε καμερών που έχουν τοποθετηθεί στην οροφή, ήταν, εκ πρώτης όψεως, υπερβολική και μη συνάδουσα με την αρχή του σκοπού και την αρχή της αναλογικότητας.

Το άρθρο 4 του Νόμου καθιερώνει ως θεμελιώδεις αρχές για τη νομιμότητα κάθε επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τις αρχές του σκοπού της επεξεργασίας και της αναλογικότητας. Σύμφωνα με την αρχή του σκοπού κάθε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων πρέπει να λαμβάνει χώρα για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς, ενώ για να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας τα δεδομένα, τα οποία συλλέγονται και τυγχάνουν επεξεργασίας, πρέπει να είναι συναφή, πρόσφορα και όχι περισσότερα από όσα κάθε φορά απαιτούνται για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού. Συνεπώς, κάθε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων που γίνεται πέραν του επιδιωκόμενου σκοπού ή η οποία δεν είναι πρόσφορη και αναγκαία για την επίτευξη του εν λόγω σκοπού δεν είναι νόμιμη.

Η λήψη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης που λειτουργεί μονίμως κατά κανόνα δεν επιτρέπεται, διότι προσβάλλει την προσωπικότητα και την ιδιωτική ζωή του ατόμου.

Κατ΄ εξαίρεση, τέτοιου είδους λήψη και επεξεργασία είναι νόμιμη, χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 5(2) του Νόμου και ειδικότερα με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (ε) το οποίο προνοεί ότι η επεξεργασία δεδομένων επιτρέπεται και χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων όταν είναι απαραίτητη για την ικανοποίηση του έννομου συμφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο τρίτος στον οποίο ανακοινώνονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, υπό τον όρο ότι τούτο υπερέχει των δικαιωμάτων, συμφερόντων και θεμελιωδών ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων.

Σε κάθε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων εργαζομένων μέσω κλειστών κυκλωμάτων παρακολούθησης πρέπει να ελέγχεται κατά πόσο ο επιδιωκόμενος σκοπός επεξεργασίας μπορεί να επιτευχθεί χρησιμοποιώντας μέσα λιγότερο επαχθή και προσβλητικά της προσωπικότητας των εργαζομένων, καθώς και σε ποιο βαθμό η χρήση των συγκεκριμένων μέσων (καμερών) επιτυγχάνει τον εν λόγω σκοπό.

Στην υπό εξέταση περίπτωση, ως σκοπός επεξεργασίας έχει δηλωθεί η προστασία και ασφάλεια του προσωπικού και των πελατών, η αποτροπή εγκληματικών ενεργειών, καθώς και η διασφάλιση της ορθότητας των συναλλαγών.

Ο Επίτροπος κατέληξε ότι η επεξεργασία που λαμβάνει χώρα μέσω των καμερών κατά τις ώρες εργασίας, δεν δικαιολογείται για την επίτευξη του σκοπού της επεξεργασίας, καθώς παραβιάζει τις αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας. Πιο συγκεκριμένα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας/ εργοδότης συλλέγει και επεξεργάζεται περισσότερα δεδομένα από εκείνα που απαιτούνται για την επίτευξη του σκοπού της επεξεργασίας, καθώς η χρήση των συγκεκριμένων μέσων οδηγεί στην παρακολούθηση των εργαζομένων κατά την ώρα της εργασίας τους και η επίτευξη των αναφερομένων σκοπών μπορεί αντίθετα να επιτευχθεί με ηπιότερα μέσα.

Με βάση τα πιο πάνω, ο Επίτροπος έκρινε ότι η τοποθέτηση των πέντε καμερών σε ύψος μισού μέτρου πάνω από τα γραφεία των πέντε υπαλλήλων αποτελεί παράβαση του άρθρου 4(1)(γ) του Νόμου, επειδή ο υπεύθυνος επεξεργασίας/ η Τράπεζα συλλέγει περισσότερα δεδομένα από όσα απαιτούνται για την ικανοποίηση του σκοπού της επεξεργασίας και με βάση τις εξουσίες που του παρέχει το άρθρο 25 απεύθυνε προειδοποίηση στη Τράπεζα για άρση της παράβασης εντός ενός μηνός από την ημερομηνία της απόφασης.

Ο υπεύθυνος επεξεργασίας συμμορφώθηκε με την απόφαση του Επιτρόπου μέσα στη προκαθορισμένη προθεσμία.

Back To Top