Γραφείο Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα

Γραφείο Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα

Θέσεις του Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα σχετικά με την ταυτοποίηση των κατόχων και χρηστών τηλεφωνίας προπληρωμένου χρόνου ομιλίας όπως κατατέθηκαν προς τον Πρόεδρο και μέλη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Συγκοινωνιών και Έργων στη συνεδρίαση της Επιτροπής στις 30/10/2014.


30 Οκτωβρίου 2014

Πρόεδρο και Μέλη
Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Συγκοινωνιών και Έργων

Θέμα: Πρόταση νόμου του Βουλευτή κ. Άγγελου Βότση με τίτλο: «Ο περί Ταυτοποίησης των Κατόχων και Χρηστών Τηλεφωνίας Προπληρωμένου Χρόνου Ομιλίας Νόμος του 2009»

Αναφορικά με τη συζήτηση του πιο πάνω θέματος στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Συγκοινωνιών και Έργων την Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014 περί ώρα 9.00 π. μ. στην οποία κλήθηκε να παραστεί, μεταξύ άλλων, ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, έχω οδηγίες να σας επισημάνω τα εξής:

Από την αιτιολογική έκθεση του προτεινόμενου νόμου αλλά και τις τοποθετήσεις των βουλευτών που συμμετέχουν στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Συγκοινωνιών και Έργων, περιλαμβανομένου και του εισηγητή της πρότασης νόμου, φαίνεται ότι έχει εγκαταλειφθεί η προηγούμενη αιτιολογία για αντιμετώπιση του σοβαρού οργανωμένου εγκλήματος.

Στη συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Συγκοινωνιών και Έργων που έγινε την Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2011 ο εισηγητής της Πρότασης Βουλευτής κ. Βότσης ανέφερε ότι δεν θα αντιμετωπιστεί το οργανωμένο έγκλημα αφού οι εγκληματίες μπορούν να προμηθευτούν κάρτες από αλλού, εξέφρασε την ικανοποίηση του για την εκστρατεία ενημέρωσης του κοινού από του παροχείς των υπηρεσιών και είπε ότι η Πρόταση του αρχικά δεν αποσκοπούσε στην αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος αλλά στον τερματισμό της ενόχλησης του κοινού και αν το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως το επιθυμεί μπορεί να καταθέσει στη Βουλή δικό του νομοσχέδιο.

Είναι κοινά παραδεκτό ότι υπάρχει αδυναμία για εξυπηρέτηση του σκοπού που επιδιώκεται όταν χρησιμοποιούνται κάρτες από τα κατεχόμενα ή παρόχων άλλων κρατών.

Επιπλέον το Δικαστήριο Court of Justice στις 8.4.2014 ακύρωσε την Οδηγία Data Retention Directive 2006/24/EC. Μεταξύ των λόγων ακύρωσης ήταν και η παραβίαση της Αρχής της Αναλογικότητας.

Αν σκοπός του νόμου που προτείνεται αφορά ουσιαστικά την εξάλειψη των ανώνυμων τηλεφωνημάτων και μηνυμάτων που στις μέρες μας ταλαιπωρούν τους κατόχους τηλεφώνων, είναι αμφίβολο αν μπορεί να επιτευχθεί λόγω ότι αυτής της μορφής τα αδικήματα δεν καλύπτονται από τις προϋποθέσεις που θέτει το Άρθρον 17 του Συντάγματος (διερεύνηση ή δίωξη σοβαρού ποινικού αδικήματος για το οποίο προβλέπεται, σε περίπτωση καταδίκης, ποινή φυλάκισης πέντε ετών και άνω).

Επιπλέον δεν φαίνεται να ικανοποιεί τις Αρχές του Σκοπού και της Αναλογικότητας του άρθρου 4(1) των περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμων του 2001 μέχρι 2012 (Ν. 138(Ι)/2001 όπως τροποποιήθηκε με τους Ν. 37(Ι)/2003 και Ν. 105(Ι)/2012), στο εξής «ο Νόμος», αφού η ταλαιπωρία και το κόστος που θα υποστούν όλοι οι κάτοχοι καρτών SIM κινητής τηλεφωνίας προπληρωμένου χρόνου ομιλίας και οι πάροχοι υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας είναι δυσανάλογο σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό.

Η βασική Αρχή της Αναλογικότητας πρέπει να διασφαλίζεται από όποιο συλλέγει και επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και συγκεκριμένα βάσει του άρθρου 4(1)(α)(γ) του Νόμου:

«4.-(1) Ο υπεύθυνος επεξεργασίας διασφαλίζει ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα-
…………………………………………………
(γ) είναι συναφή, πρόσφορα και όχι περισσότερα από ότι κάθε φορά απαιτείται ενόψει των σκοπών της επεξεργασίας:
………………………………………………………………. ».

Καθιερώνονται, λοιπόν, ως θεμελιώδεις προϋποθέσεις για τη νομιμότητα κάθε επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και για τη νομιμότητα της σύστασης και λειτουργίας κάθε αρχείου, οι αρχές της Νομιμότητας της επεξεργασίας και της Αναλογικότητας των δεδομένων σε σχέση με το σκοπό. Συνεπώς, κάθε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, που γίνεται πέραν του επιδιωκόμενου σκοπού ή η οποία δεν είναι πρόσφορη και αναγκαία για την επίτευξή του, δεν είναι νόμιμη. Όπως παγίως γίνεται δεκτό από τα ευρωπαϊκά ανώτατα δικαστήρια, οι επιβαλλόμενοι από το νόμο περιορισμοί σε ατομικά δικαιώματα ή οι εκδιδόμενες από τις δημόσιες αρχές δυσμενείς για τον διοικούμενο πράξεις πρέπει να τηρούν την αρχή της αναλογικότητας, υπό την έννοια ότι πρέπει να είναι πρόσφοροι και αναγκαίοι για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και να μην είναι προφανώς δυσανάλογοι σε σχέση προς αυτόν. Το μέτρο είναι πρόσφορο (κατάλληλο), όταν καθιστά δυνατή την αποτελεσματική επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού. Περαιτέρω το μέτρο κρίνεται αναγκαίο, όταν ο επιδιωκόμενος σκοπός δεν δύναται να επιτευχθεί με ηπιότερα μέσα, ή, κατ’ άλλη διατύπωση, μεταξύ περισσότερων κατάλληλων μέτρων που επιτυγχάνουν εξίσου τον επιδιωκόμενο σκοπό, επιλέγεται εκείνο που επάγεται τις λιγότερο επαχθείς συνέπειες.

Θεωρούμε λοιπόν ότι είναι αθέμιτο και υπερβολικό να καλούνται όλοι οι συνδρομητές κάρτας SIM να παραχωρήσουν τα στοιχεία τους επειδή ορισμένοι κάνουν ενοχλητικά ή ανεπιθύμητα τηλεφωνήματα ή στέλλουν μηνύματα. Η εφαρμογή αυτού του μέτρου παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, ιδιαίτερα εφόσον υπάρχουν άλλοι ηπιότεροι ή εναλλακτικοί τρόποι για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, όπως ήδη έχουν εξηγήσει κάποιοι πάροχοι (με απενεργοποίηση καρτών αν δεν προσέρχονται στις αρχές όταν καλούνται για εξηγήσεις).

Ιδιαίτερα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι υπάρχουν ευάλωτες ομάδες που επιθυμούν την ανωνυμία κατά την επικοινωνία τους με φορείς στους οποίους καταφεύγουν για βοήθεια, όπως τα θύματα βίας στην οικογένεια, ναρκομανείς, πιθανοί φορείς AIDS, αιτητές ασύλου, άτομα που αιτούνται ψυχολογικής στήριξης.

Επίσης υπάρχουν αντικειμενικές δυσκολίες στην εφαρμογή της εν λόγω προτεινόμενης νομοθεσίας από τα εκατομμύρια επισκέπτες (τουρίστες, εμπορευόμενους, ναυτικούς κ.α.), τους αλλοδαπούς εργαζόμενους, φοιτητές κ.α.

Υπενθυμίζω ότι ακτιβιστής προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά της αντίστοιχης Γερμανικής Νομοθεσίας και αναμένεται το αποτέλεσμα. Είναι λοιπόν φρονιμότερο να αναμένουμε το αποτέλεσμα της υπόθεσης εναντίον της Γερμανίας.

Αντίστοιχη νομοθεσία στη Ρουμανία κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας ως αντισυνταγματική.

Στην Ελλάδα όπου εφαρμόστηκε σχετική νομοθεσία παρά τις έντονες αντιρρήσεις της Ελληνικής Αρχής Προστασίας των Δεδομένων υπάρχουν αναφορές για μείωση της αγοράς των καρτών SIM κινητής τηλεφωνίας προπληρωμένου χρόνου ομιλίας κατά 19%. Αρκετοί αγοράζουν κάρτες γειτονικών χωρών.

Διατρέχουμε λοιπόν τον κίνδυνο να εξωθήσουμε τους καταναλωτές στην αγορά καρτών από τα κατεχόμενα ή από παρόχους άλλων κρατών (συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού) χωρίς τελικά να μπορεί να επιτευχθεί ο επιδιωκόμενος σκοπός.

Η θέση του Διευθυντή Υπηρεσιών της ΑΤΗΚ στη συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Συγκοινωνιών και Έργων που έγινε στις 7.12.2010 ήταν ότι το πρόβλημα των ενοχλητικών και απειλητικών τηλεφωνημάτων και sms λύνεται σε μεγάλο βαθμό με υφιστάμενη διαδικασία που ακολουθεί η ΑΤΗΚ και την ίδια διαδικασία μπορεί να εφαρμόζει η ΜΤΝ.

Η διαδικασία για απειλητικά ή ενοχλητικά τηλεφωνήματα/μηνύματα που ακολουθεί η ΑΤΗΚ είναι η ακόλουθη:

α) Ο παραπονούμενος υποβάλλει καταγγελία στην Αστυνομία.

β) Η Αστυνομία τον προμηθεύει με τυποποιημένο έγγραφο, το οποίο ο παραπονούμενος προσκομίζει στην ΑΤΗΚ.

γ) Η ΑΤΗΚ (cyta) ενημερώνει την Αστυνομία αν είναι γνωστός ο συνδρομητής της (π.χ. σταθερής τηλεφωνίας ή κανονικής κινητής τηλεφωνίας, ακόμα και αν είχε κάνει απόκρυψη).

δ) Αν πρόκειται για κάτοχο προπληρωμένης καρτοκινητής τηλεφωνίας, η ΑΤΗΚ δε γνωρίζει τα στοιχεία του, αλλά γνωρίζει τον αριθμό του, γι’ αυτό δε δίδει στοιχεία στην Αστυνομία αλλά καλεί τον αριθμό του τηλεφώνου του ή του στέλλει sms ανάλογα με την περίπτωση και τον καλεί να δώσει τα στοιχεία του για να δοθούν στην Αστυνομία ή να προσέλθει στην ΑΤΗΚ εντός 24 ωρών. Αν ο κάτοχος της προπληρωμένης καρτοκινητής τηλεφωνίας (SoEasy ή άλλης ξένου κράτους) δεν ανταποκριθεί, η ΑΤΗΚ τερματίζει την υπηρεσία που του παρέχει και ή καταργείται η γραμμή του.

Εφόσον υπάρχουν ηπιότεροι τρόποι αντιμετώπισης του προβλήματος δε δικαιολογείται η λήψη των δεδομένων όλων των κατόχων καρτών SIM κινητής τηλεφωνίας προπληρωμένου χρόνου ομιλίας, αφού αυτό το μέτρο θα ήταν υπερβολικό και δυσανάλογο με τον επιδιωκόμενο σκοπό και συνεπώς δεν συνάδει με την Αρχή της Αναλογικότητας η οποία πρέπει να τηρείται βάσει του άρθρου 4(1)(γ) των περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμων του 2001 μέχρι 2012 (Ν. 138(Ι)/2001 όπως τροποποιήθηκε με τους Ν. 37(Ι)/2003 και Ν. 105(Ι)/2012) που είναι εναρμονιστικός και επομένως υπερισχύει των κοινών νόμων.


(Μάριος Παπαχριστοδούλου)
για Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων
Προσωπικού Χαρακτήρα

Back To Top